Η Γενική Συνέλευση του ΣΑΔΑΣ Αττικής της Τετάρτης 30 Οκτωβρίου, με πρώτο θέμα τον νέο «αναπτυξιακό» πολυνόμο «Επενδύω στην Ελλάδα», δεν κατάφερε να καταλήξει σε απόφαση. Στο θέμα αυτό κατατέθηκαν κατ’ αντιπαράθεση τρία διαφορετικά πλαίσια, από την ΑΚΕΑ, την Πανεπιστημονική και τη Συσπείρωση και διεξάχθηκαν δύο γύροι ψηφοφορίας, ο δεύτερος μεταξύ των πλαισίων της ΑΚΕΑ και την Πανεπιστημονικής που πλειοψήφησαν σχετικά στον πρώτο γύρο, καθώς η Συσπείρωση είχε μια πολύ ολιγάριθμη παρουσία στη συνέλευση, παρόλο που στις εκλογές του ΣΑΔΑΣ Αττικής είναι πρώτη δύναμη.
Στον δεύτερο γύρο η Συσπείρωση, αντί να υπερψηφίσει ένα από τα δύο επικρατέστερα πλαίσια ή έστω να δηλώσει αποχώρηση από την ψηφοφορία, επέλεξε να παραμείνει και να ψηφίσει λευκό, υπολογίζοντας σωστά ότι, εφόσον με βάση τον κανονισμό λειτουργίας, οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης παίρνονται με απόλυτη πλειοψηφία στην οποία προσμετρούνται και τα λευκά, η λεύκη ψήφος της αρκεί για να μην πλειοψηφήσει απόλυτα κανένα πλαίσιο και να μην παρθεί καμία απόφαση. Κατά τα άλλα στις τοποθετήσεις τους υποτίθεται επιθυμούσαν τη συνδιαμόρφωση στη βάση θετικών στοιχείων, όπως επεσήμαναν, τόσο στο πλαίσιο της ΑΚΕΑ, όσο και σε αυτό της Πανεπιστημονικής. Αξίζει να σημειωθεί ότι την ίδια ακριβώς στάση με τη Συσπείρωση στην ψηφοφορία είχαν και τα δύο εναπομείναντα μέλη της παράταξης της Νέας Δημοκρατίας (ΔΚΜ), ενώ τα υπόλοιπα λίγα μέλη των υπόλοιπων καθεστωτικών παρατάξεων που είχαν εμφανιστεί στη συνέλευση είχαν αποχωρήσει αρκετά πριν κατά την πάγια τακτική τους. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε από τη Συσπείρωση και τη ΔΚΜ ένα μπλοκ που οδήγησε τον ΣΑΔΑΣ Αττικής να μην πάρει καμία απόφαση απέναντι στον αντεργατικό και αντιλαϊκό πολυνόμο της κυβέρνησης, παρά την ύπαρξη ουσιαστικής απαρτίας και εκτενούς συζήτησης επί του θέματος.
Δεν πιστεύουμε ότι όλα τα παρόντα μέλη και φίλοι της Συσπείρωσης ψήφισαν επίτηδες λευκό για να συμβεί αυτό, σε καμία περίπτωση όμως δεν ισχύει το ίδιο για τους εκπροσώπους της, οι οποίοι άλλωστε ήταν οι πρώτοι που έσπευσαν να υπενθυμίσουν στο προεδρείο της συνέλευσης τον κανονισμό.
Εντούτοις, παρά τη διαλυτική για τον σύλλογο και τις διαδικασίες του στάση αυτή, το μείζον θέμα είναι το περιεχόμενο της τοποθέτησής της Συσπείρωσης. Αντί για πλαίσιο απόφασης, η τελευταία κατέθεσε πέντε διαφορετικά κείμενα(!) καλώντας το σώμα της συνέλευσης να «συνδιαμορφώσει» στη βάση τους. Αυτά ήταν:
- Μια απόφαση του ΔΣ της ΕΜΔΥΔΑΣ με τίτλο «Πρόσθετες αρνητικές διατάξεις του Σχεδίου Νόμου «Επενδύω στην Ελλάδα»
- Η απόφαση της Αντιπροσωπείας του ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ με την οποία αποφασίστηκε η προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας ενάντια στο ΠΔ 99/2018 για τα επαγγελματικά δικαιώματα επειδή «εισάγεται αθέμιτος ανταγωνισμός εις βάρος των αρχιτεκτόνων» από άλλες ειδικότητες μηχανικών. Την απόφαση αυτή είχε υπερψηφίσει η Συσπείρωση μαζί με τις καθεστωτικές παρατάξεις.
- Η εισήγηση της Συσπείρωσης στην ίδια Αντιπροσωπεία το περιεχόμενο της οποίας είχε απορριφθεί πανηγυρικά στην προηγούμενη Γενική Συνέλευση του ΣΑΔΑΣ Αττικής.
- Η απόφαση της Αντιπροσωπείας του ΤΕΕ με την οποία καταγγέλλεται η «αυτοματοποιημένη διαδικασία αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας» κολλεγίων και ξένων Πανεπιστημίων χωρίς «την απαραίτητη διαβάθμιση Τεχνικής Ευθύνης»
- Το κορυφαίο από όλα, δελτίο τύπου που συνυπογράφει το ΤΕΕ, οι πρυτάνεις των πολυτεχνικών σχολών, οι πρόεδροι των επιστημονικών συλλόγων και το σύνολο των εργοδοτικών οργανώσεων του κλάδου(!) μικρών και μεγάλων, μέχρι και ο Σύνδεσμος Τεχνικών Εταιρειών Ανωτέρων Τάξεων (ΣΤΕΑΤ), που εκπροσωπεί τα συμφέροντα του μεγάλου κατασκευαστικού κεφαλαίου στην Ελλάδα(!!). Στο σύντομο αυτό δελτίο τύπου επαναλαμβάνεται το αίτημα της «διαβάθμισης Τεχνικής Ευθύνης», σαν υποτιθέμενη άμυνα στην αυτοματοποιημένη αναγνώριση Κολλεγίων και ξένων Πανεπιστημίων.
Η αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας των 3ετών Bachelor του εξωτερικού (και μέσω αυτών και των Κολλεγίων) με τα 5ετή διπλώματα του νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος του μηχανικού με ενδεχόμενα «αντισταθμιστικά μέτρα» όπως εξετάσεις ή τριετείς πρακτικές ασκήσεις, νομοθετήθηκε οριστικά ήδη από τον Μάιο του 2010 με το ΠΔ 38/2010 (Α’78), το οποίο προσαρμόζει την ελληνική νομοθεσία στην ευρωπαϊκή Οδηγία 2005/36/ΕΚ. Με το άρθρο 168 του νέου νόμου «Επενδύω στην Ελλάδα» επιχειρείται η επιτάχυνση και αυτοματοποίηση της διαδικασίας αναγνώρισης, με την κατάργηση του Συμβούλιου Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων (πρώην ΔΟΑΤΑΠ) και την μεταβίβαση των σχετικών αρμοδιοτήτων στο Αυτοτελές Τμήμα Εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας του Υπουργείου Παιδείας. Έχει ήδη διαμορφωθεί στην ελληνική αγορά εργασίας ένα πλήρως κατακερματισμένο πεδίο, τόσο κάθετα (απόφοιτοι ΑΕΙ, απόφοιτοι ΤΕΙ, απόφοιτοι Κολλεγίων, κ.ά.), όσο και οριζόντια (κυριολεκτικά χιλιάδες νέες ειδικότητες). Στόχος του ΤΕΕ είναι να τους εγγράψει όλους αυτούς στα μητρώα του (ήδη λειτουργεί το μητρώο του ΤΕΕ για απόφοιτους ΤΕΙ) και να αναλάβει το ίδιο τις διαδικασίες πρόσβασης όλων σε κατακερματισμένα επαγγελματικά δικαιώματα, μετά από πιστοποιήσεις, εξετάσεις, πρακτικές κ.λπ., με διαφορετικές ταχύτητες και διαδικασίες πρόσβασης ανάλογα με την κάθε κατηγορία (διαβάθμιση Τεχνικής Ευθύνης). Τελικός στόχος είναι να βρίσκουν οι επιχειρήσεις τον φθηνότερο εργαζόμενο με τα χαρακτηριστικά που θέλουν για το επιμέρους έργο που θέλουν σε μια πλήρως ελαστικοποιημένη αγορά εργασίας. Η διαδικασία αυτή θα πλήξει τελικά τα δικαιώματα όλων όσων προσπαθούν να ζήσουν από την δουλειά τους στον κλάδο των μηχανικών/τεχνικών.
Με τα λόγια του προέδρου του ΤΕΕ Γ. Στασινού «πρέπει να αφήσουμε πίσω μας το παρελθόν των συντεχνιακών διαχωρισμών και να κοιτάξουμε το μέλλον του τεχνικού κόσμου ενιαία. Με το επίπεδο ευθύνης που αναλογεί στον καθένα. Για να μπορεί εύκολα και γρήγορα κάθε πολίτης και κάθε επιχείρηση, εντέλει, να διαλέγει τον συνεργάτη που ξέρει και μπορεί να εκτελέσει την τεχνική εργασία που ο καθένας χρειάζεται. Αυτό, στο τέλος, είναι που θα διευκολύνει κάθε είδους επένδυση και θα οδηγήσει την αγορά να λειτουργήσει με όρους διαφάνειας και αξιοκρατίας, με λιγότερο κόστος από εξωτερικότητες και ατελή πληροφόρηση, άρα σε εξοικονόμηση πόρων. Και εν τέλει σε περισσότερη ανταγωνιστικότητα ολόκληρη την οικονομία.»
Και ενώ με αυτόν τον τρόπο σκοπεύει το ΤΕΕ να διαβαθμίσει την τεχνική μας ευθύνη, οι εκπρόσωποι της Συσπείρωσης στην Γενική Συνέλευση, μας κάλεσαν να συνταχθούμε με το ΤΕΕ, το οποίο πρέπει να τεθεί επικεφαλής στον αγώνα μας, γιατί αλλιώς είμαστε υπερεπαναστάτες(!) και προτιμάμε την ιδεολογική καθαρότητα από την αποτελεσματικότητα(!!). Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι η Συσπείρωση επέλεξε η ίδια να ανοίξει στη συνέλευση το θέμα του ΤΕΕ, το οποίο δεν είχε τεθεί από τις προτάσεις και τις τοποθετήσεις καμίας άλλης παράταξης ή σχήματος, για να διαχωριστεί κατ’ αυτόν τον τρόπο και να καταστήσει κάθε συνεννόηση αδύνατη.
Η πραγματικότητα είναι ακριβώς η αντίθετη. Για να έχουν οποιαδήποτε πιθανότητα να πετύχουν οτιδήποτε οι εργαζόμενοι στον κλάδο των μηχανικών/τεχνικών, αναγκαία (αλλά όχι και ικανή) προϋπόθεση είναι να το διεκδικήσουν διατηρώντας αυτοτέλεια από τους μηχανισμούς του ΤΕΕ. Αν το ΤΕΕ αποδειχθεί στο τέλος σε κάτι αποτελεσματικό, θα είναι στην προώθηση των συμφερόντων των εργοδοτικών οργανώσεων, οι οποίες εύλογα συνυπογράφουν τα δελτία τύπου που εκδίδει.